Έρευνα: δεν είναι «αθώα» τα vegan υποκατάστατα κρέατος
Ιδιαίτερη προσοχή στα υποκατάστατα κρέατος, καθώς περιέχουν υπερβολικά μεγάλες ποσότητες αλατιού, συνιστούν το Εθνικό Ίδρυμα Καρδιάς της Αυστραλίας και το Ινστιτούτο George για την Παγκόσμια Υγεία που εδρεύει στο Λονδίνο.
Ερευνητές των δύο οργανισμών μελέτησαν την περιεκτικότητα σε αλάτι περισσότερων από 560 προϊόντων που βρίσκονται στα ράφια των σουπερμάρκετ και πωλούνται ως υποκατάστατα του κρέατος. Κατά μέσο όρο βρέθηκε ότι τα vegan λουκάνικα έχουν περισσότερο αλάτι από τα λουκάνικα κρέατος και συγκεκριμένα περισσότερο από το ένα τρίτο της συνιστώμενης ημερήσιας δόσης για ενηλίκους. Μια συγκεκριμένα πίτα, δε, περιέχει ανά κομμάτι 2,5 γρ αλάτι, δηλαδή το μισό της συνιστώμενης ημερήσιας δόσης.
Το έτοιμο φαλάφελ, το οποίο επίσης αποτελεί δημοφιλή επιλογή για όσους αποφεύγουν το κρέας, βρέθηκε να περιέχει 1,3 γρ αλατιού ανά 100 γρ προϊόντος, ενώ η περιεκτικότητα των χορτοφαγικών μπέργκερ σε αλάτι ήταν κατά 20% μεγαλύτερη από αυτή των έτοιμων μπιφτεκιών από κιμά. Ακόμη και το υποκατάστατο μπέικον, περιέχει ελάχιστα λιγότερο αλάτι από ότι το αυθεντικό. Το δημοφιλές τόφου, εξάλλου, καλό είναι να καταναλώνεται χωρίς πρόσθετα γεύσης, καθότι μαζί με τα τεχνητά αρώματα, προστίθεται και 12 φορές περισσότερο αλάτι.
Άρα χρειάζεται μεγάλη προσοχή στα συστατικά που αναγράφονται στη συσκευασία και ο όρος vegan ή «υποκατάστατο κρέατος» δεν συνεπάγεται αυτομάτως μια πιο υγιεινή διατροφική επιλογή.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας συνιστά η ημερήσια κατανάλωση αλατιού να μην ξεπερνά τα 5 γρ για τους ενήλικες προς αποφυγή καρδιοαγγειακών παθήσεων και υπέρτασης. Όταν λοιπόν ένα μεγάλο ποσοστό, κυρίως νέων, σε Ευρώπη και Αμερική, αποφεύγει την κατανάλωση κρέατος και υιοθετεί μια vegan διατροφή, θα πρέπει να λαμβάνει σοβαρά υπόψη την προέλευση και τη σύσταση των τροφών που αγοράζει.