Πράσινη Συμφωνία: ευκαιρίες και «αγκάθια» για τον αγροδιατροφικό τομέα
Η παρουσίαση της πολυαναμενόμενης Πράσινης Συμφωνίας περιέχει όμορφες διατυπώσεις περί αναβάθμισης του αγροδιατροφικού τομέα, όμως προκάλεσε έντονο προβληματισμό στον αγροτικό και κτηνοτροφικό πληθυσμό και τις οργανώσεις του, καθώς φαίνεται να θέτει πολύ ψηλά τον περιβαλλοντικό πήχη, χωρίς να λαμβάνει υπόψη τα προβλήματα του αγροδιατροφικού τομέα. Διαπιστώνονται σημαντικά κενά και ο προϋπολογισμός της νέας ΚΑΠ (η εφαρμογή της οποίας όπως φαίνεται μετατίθεται για τις αρχές του 2022) μετατρέπεται σε πεδίο μάχης, εξαιτίας των όρων της Πράσινης Συμφωνίας.
Όπως σχολίασαν οι Copa&Cogeca, η ανακοίνωση της Κομισιόν μάλλον γεννά περισσότερα ερωτήματα από όσα απαντά. Ας δούμε, όμως, τι ακριβώς αναφέρει.
Το «δια ταύτα» για τους αγρότες και κτηνοτρόφους
Όπως επισημαίνει το μακροσκελές ανακοινωθέν της Κομισιόν, οι Ευρωπαίοι αγρότες, κτηνοτρόφοι και αλιείς έχουν θέση-κλειδί στη διαχείριση της μετάβασης. Αυτός είναι ένας εύσχημος τρόπος για να ειπωθεί ότι οι κλάδοι αυτοί της οικονομίας θα επωμιστούν μεγάλο βάρος για την υλοποίηση της φιλόδοξης «νέας αναπτυξιακής στρατηγικής» της Ε.Ε. Βάσει της πρότασης της Κομισιόν, το 40% της ΚΑΠ 2021-2027 και το 30% του Ταμείου Θάλασσας και Αλιείας θα αφιερωθεί στις δράσεις για την κλιματική αλλαγή. Σημειώνουμε, πάντως, ότι η εφαρμογή της νέας ΚΑΠ κατά πάσα πιθανότητα θα καθυστερήσει και θα ξεκινήσει στις αρχές του 2022.
Μια ακόμη σημαντική φράση, που κρύβεται μέσα στο κείμενο είναι ότι τα στρατηγικά σχέδια δεν θα εστιάζουν πλέον στη συμμόρφωση αλλά στην απόδοση. Τι σημαίνει αυτό; Τα στρατηγικά σχέδια θα αφορούν τη χρήση βιώσιμων πρακτικών, όπως η γεωργία ακριβείας, η βιολογική γεωργία και κτηνοτροφία και τα αυστηρότερα στανταρ για την ευζωία των ζώων. Σε ό,τι αφορά στα στρατηγικά σχέδια, ειδική μνεία γίνεται στη μείωση της εξάρτησης, του κινδύνου και της χρήσης χημικών φυτοφαρμάκων, καθώς και λιπασμάτων και αντιβιοτικών. Ο αγρότης ή ο κτηνοτρόφος, λοιπόν, θα επιβραβεύεται πλέον για τη βελτίωση των περιβαλλοντικών και κλιματικών επιδόσεων της μονάδας ή του χωραφιού του.
«Από το αγρόκτημα στο πιάτο», τι σημαίνει;
Η ακριβής στρατηγική που θα υιοθετηθεί δεν έχει προσδιοριστεί, ωστόσο έχουν δοθεί οι αδρές γραμμές σε 5 πυλώνες:
-οικονομικά προσιτά και βιώσιμα τρόφιμα στους Ευρωπαίους πολίτες
-αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής
-προστασία του περιβάλλοντος
-διατήρηση της βιοποικιλότητας
-αύξηση της βιολογικής καλλιέργειας.
Αυτό που αντιλαμβάνεται κανείς διαβάζοντας την περιγραφή της στρατηγικής είναι ότι επί της ουσίας συνδέει όλη τη διαδρομή των τροφίμων, από την παραγωγή μέχρι την κατανάλωση, σαν ένα προϊόν, με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Η Κομισιόν ουσιαστικά θέλει να σφυρηλατήσει νέους δεσμούς ανάμεσα στους επαγγελματίες του αγροδιατροφικού τομέα και τους καταναλωτές, με τους πρώτους να αναβαθμίζονται και να αποκτούν την ευθύνη της παροχής οικονομικής, ασφαλούς, θρεπτικής, υγιεινής και ποιοτικής διατροφής στους δεύτερους, με όσο το δυνατόν μικρότερο περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Ταυτόχρονα, η στρατηγική «Από το αγρόκτημα στο πιάτο» θα αφορά τη μεταποίηση και την εμπορία με την ανάληψη δράσεων στη μεταφορά, την αποθήκευση, τη συσκευασία και τη διαχείριση των απορριμμάτων. Στο πλαίσιο αυτό θα ενταχθεί και η πάταξη φαινομένων απάτης στον τομέα των τροφίμων χάρη στην πρόληψη, τον εντοπισμό και την καταπολέμηση της απάτης μέσω του συντονισμού με τα κράτη μέλη και τις τρίτες χώρες.
Κάτι που ζητούσε ο ευρωπαϊκός αγροδιατροφικός τομέας και θα γίνει πράξη με τη νέα στρατηγική, θα είναι τα τρόφιμα που εισάγονται από τρίτες χώρες να συμμορφώνονται με τα περιβαλλοντικά πρότυπα της ΕΕ.
Τονίζεται ακόμη ότι θα διασφαλιστεί ότι η μετάβαση θα είναι δίκαιη για όλους όσοι εργάζονται στον ευρωπαϊκό αγροτικό τομέα.
Οι επιδιώξεις της στρατηγικής «από το αγρόκτημα στο πιάτο» φαίνονται σε πρώτη ανάγνωση ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσες και δεν απέχουν από όσα ζητά και ο ίδιος ο αγροδιατροφικός τομέας. Η εφαρμογή τους, όμως, είναι ένα άλλο, πολύ μεγάλο κεφάλαιο, που προκαλεί σημαντικό προβληματισμό.
Τα «αγκάθια» της Πράσινης Συμφωνίας για τον αγροδιατροφικό τομέα
Από τους πρώτους που σχολίασαν την Πράσινη Συμφωνία ήταν οι Copa&Cogeca και η UECBV για λογαριασμό του αγροδιατροφικού τομέα.
Σύμφωνα με τις Copa&Cogeca, ανάμεσα στα δομικά κενά που παρατηρήθηκαν είναι οι περικοπές του Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου και κατ’ επέκτασιν της ΚΑΠ, και οι νέες καθυστερήσεις που αναμένονται επειδή η μεταρρύθμιση της ΚΑΠ πρέπει να αντικατοπτρίζει τις φιλοδοξίες της Πράσινης Συμφωνίας και της στρατηγικής «από το αγρόκτημα στο πιάτο».
Ένα σημαντικό ζήτημα επίσης είναι το πως ακριβώς θα καταρτιστούν τα στρατηγικά σχέδια, καθώς δεν έχουν ανακοινωθεί τα εγκεκριμένα κριτήρια, ενώ οι Copa&Cogeca υπογραμμίζουν ότι υπάρχουν κενά στον τρόπο με τον οποίο οι αγρότες θα ανταμειφθούν μέσω των οικολογικών συστημάτων, όπως επίσης και στους τρόπους που θα μειωθεί σημαντικά η χρήση φυτοφαρμάκων και λιπασμάτων.
Αρκετά «θολή» είναι επίσης, όπως τονίζουν οι οργανώσεις η δυνατότητα να αξιοποιηθούν οι νέες τεχνολογίες και οι επιστημονικές ανακαλύψεις, που τόσο αισιόδοξα προβλέπει η Πράσινη Συμφωνία. Η δυσκολία αξιοποίησης και υιοθέτησης των ψηφιακών τεχνολογιών, για παράδειγμα, φαίνεται από το γεγονός ότι μόνο το 50% των ευρωπαϊκών αγροτικών περιοχών έχει ευρυζωνική κάλυψη.
Άλλο σημαντικό κεφάλαιο είναι η είσοδος στις χώρες της ΕΕ προϊόντων από χώρες που δεν πληρούν σήμερα και θα πληρούν ακόμη λιγότερο αύριο, τις αυστηρές περιβαλλοντικές και άλλες ρυθμίσεις που προβλέπει η πράσινη συμφωνία. Ο κίνδυνος της αύξησης της τιμής των εισαγόμενων προϊόντων, εξαιτίας στενότητας της προσφοράς ή αύξησης του κόστους στις τρίτες χώρες παραγωγής τους, είναι ορατός. Εφόσον μάλιστα οι εισαγωγές από τρίτες χώρες συνοδεύονται και από εξαγωγές προς αυτές και θα θέσουν σε κίνδυνο μεγάλα οικονομικά συμφέροντα, κυρίως των ισχυρότερων χωρών-μελών της ΕΕ, ίσως εκτός από την οικονομική διπλωματία, χρειαστεί να δαπανηθούν και σημαντικά οικονομικά μέσα.
Δεν διευκρινίζεται, ακόμη, εάν η Κομισιόν θα επανεξετάσει, στη βάση αυτής της «πράσινης διαπραγμάτευσης», τις εμπορικές συμφωνίες που έχει ήδη κλείσει, όπως για παράδειγμα με τη ζώνη των χωρών της Mercosur.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση Εμπορίου Ζώντων Ζώων και Κρέατος (European Livestock and Meat Trades Union – UECBV), εξάλλου, σε ανακοίνωσή της υπενθυμίζει ότι έχει προχωρήσει στην ανάπτυξη μιας μεθοδολογίας για τον υπολογισμό του περιβαλλοντικού αποτυπώματος του βόειου, πρόβειου και χοιρινού κρέατος με κοινά αποδεκτό επιστημονικό τρόπο.
Άρα, ο τομέας του κρέατος στην Ευρώπη, διαθέτει εργαλεία για να υπολογίσει το περιβαλλοντικό αποτύπωμα και να λάβει τα ανάλογα μέτρα, κάτι που η Ε.Ε οφείλει να λάβει υπόψη στην κατάρτιση των επιμέρους στρατηγικών που θα ανακοινώσει.
Ένα θέμα επίσης, είναι ότι το κείμενο της Πράσινης Συμφωνίας ζητά από τον αγροδιατροφικό τομέα να συμμετάσχει στη διατήρηση της βιοποικιλότητας, ορίζοντας σε γενικές γραμμές τους τρόπους. Όπως τονίζει η UECBV, ο τομέας του κρέατος ήδη παίζει σημαντικό ρόλο για τη διατήρηση εκατομμυρίων εκταρίων γης που χρησιμοποιούνται ως βοσκότοποι και διαφυλάττουν τα τοπικά οικοσυστήματα.
Όπως υπογραμμίζει η οργάνωση, «ο σχεδιασμός του ευρωπαϊκού συστήματος διατροφής είναι πολύ σύνθετος. Θα πρέπει να βασίζεται σε στιβαρά επιστημονικά στοιχεία και αποδείξεις, με σωστά και δίκαια δεδομένα αναφοράς της ΕΕ».
Το δίλημμα του Πολωνού Επιτρόπου Γεωργίας
Η θέση του νέου Επιτρόπου Γεωργίας, Γιάνους Βοϊτσεχόφσκι, είναι αρκετά λεπτή. Κι αυτό επειδή πρέπει να πείσει έναν ολόκληρο τομέα, τον αγροδιατροφικό, να προχωρήσει στις αλλαγές που απαιτούν οι προδιαγραφές της Πράσινης Συμφωνίας, τη στιγμή που η πατρίδα του, η Πολωνία, είναι η μόνη χώρα που δήλωσε ευθαρσώς ότι θα κόψει τον ομφάλιο λώρο με τον άνθρακα με τους δικούς της ρυθμούς και όχι με αυτούς που επιβάλλουν οι φιλοδοξίες της Κομισιόν. Ο Επίτροπος ήταν ιδιαιτέρως δεκτικός στα αιτήματα των αγροτών, όσον αφορά τουλάχιστον στη θέση των κρατών μελών, που επιθυμούν να διατηρηθεί ο προϋπολογισμός της ΚΑΠ στα σημερινά επίπεδα. Δεσμεύτηκε, μάλιστα, να αγωνιστεί για τον προϋπολογισμό, τη στήριξη των αγροτών και τη μείωση της γραφειοκρατίας. Θα πιέσει, δε, όπως είπε, ώστε περισσότερα κονδύλια του Ταμείου Συνοχής να δαπανηθούν σε αγροτικές περιοχές και δήλωσε ότι θα προτείνει μια στρατηγική για τον βιολογικό τομέα. Όπως εξήγησε, για να επιτευχθούν οι στόχοι αυτοί, θα υπάρχει κόστος, το οποίο θα πρέπει να αντισταθμιστεί με επιπλέον οικονομική ενίσχυση. Παραδέχτηκε ακόμη ότι οι αγρότες βιώνουν μια αβεβαιότητα και χρειάζονται καλύτερη ενημέρωση ώστε να προετοιμαστούν, ενώ υιοθέτησε την άποψη που εξέφρασαν οι Copa&Cogeca για τις δυσκολίες που προκαλεί στην προσαρμογή των παραγωγών στις νέες απαιτήσεις η γήρανση του αγροτικού πληθυσμού.
Τα περιθώρια κινήσεων, όμως, που έχει θέσει η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, είναι μάλλον στενά, καθώς έχει διευκρινιστεί ότι η ΚΑΠ θα αποτελέσει το βασικό εργαλείο για την επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων με τους τρόπους που θα οριστικοποιηθούν αργότερα, αλλά πάντως σίγουρα θα βασίζονται σε ένα σύστημα επιβράβευσης της αποδοτικότητας.