Η συμβολή της ΕΔΟΚ στη δημιουργία γαστρονομικού χάρτη στην Ελλάδα
Τα θέλγητρα της Ελλάδας για τους τουρίστες δεν περιορίζονται μόνο στις όμορφες παραλίες, το ιδιαίτερο ανάγλυφο της χώρας και την εντυπωσιακή πολιτιστική της κληρονομιά. Η χώρα μας διαθέτει και έναν θησαυρό γεύσεων, πέρα από τη γνωστή διεθνώς ελληνική κουζίνα, ο οποίος μπορεί και πρέπει να αξιοποιηθεί για να προσελκύσει περισσότερους και μάλιστα ποιοτικούς επισκέπτες, ώστε να ενισχυθεί η προσπάθεια τόνωσης του τουρισμού που πλήττεται βαρύτατα από την κρίση του κορωνοϊού.
Αυτή ακριβώς η προσπάθεια ξεκίνησε με τη σύσταση ομάδας εργασίας από τo υπουργείo Τουρισμού, προκειμένου να μπουν οι βάσεις για την ανάπτυξη, προβολή και προώθηση του γαστρονομικού τουρισμού σε συνεργασία με το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και φορείς του αγροδιατροφικού τομέα. Στόχος της ομάδας αυτής που σύντομα θα έχει ολοκληρώσει τις διαβουλεύσεις, είναι κάθε ένας από τους 52 νομούς της Ελλάδας να γίνει ξεχωριστός Γαστρονομικός Προορισμός, με τη δική του γαστρονομική σφραγίδα, και αυτό θα οδηγήσει στη διασύνδεση του πρωτογενούς τομέα με τον τουρισμό.
Στην ομάδα εργασίας με συντονίστρια την κα Μαίρη Τριανταφυλλοπούλου, πρόεδρο της Ένωσης Οινοποιών Αμπελουργών Νήσων Αιγαίου και μέλος του Δ.Σ. του Συνδέσμου Ελληνικού Οίνου, συμμετέχουν επαγγελματίες της εστίασης και των αρχιμαγείρων, εκπρόσωποι φορέων του τουρισμού, του εμπορίου και του αγροδιατροφικού τομέα, στελέχη των υπουργείων Τουρισμού και Αγροτικής Ανάπτυξης, ενώ με την ομάδα συνεργάζονται στενά οι διεπαγγελματικές οργανώσεις, μεταξύ των οποίων και η Εθνική Διεπαγγελματική Οργάνωση Κρέατος που εκπροσωπείται από τον πρόεδρο, κ. Λευτέρη Γίτσα.
Εθνικό σχέδιο δράσης
«Στόχος μας είναι να δημιουργήσουμε τις βάσεις για ένα ελκυστικό γαστρονομικό προϊόν, με σκοπό την προσέλκυση ξένων επισκεπτών στη χώρα μας» λέει η κα Τριανταφυλλοπούλου.
«Αυτό που λείπει σήμερα είναι ένα εθνικό σχέδιο δράσης -επισημαίνει η συντονίστρια της ομάδας εργασίας- το οποίο θα αξιοποιήσει όλες τις εξαιρετικές αλλά αποσπασματικές πρωτοβουλίες που έχουν αναπτυχθεί σε όλη τη χώρα με την πρωτοβουλία τοπικών κοινωνιών και τη στήριξη επαγγελματικών φορέων και ιδιωτών αλλά και της τοπικής Αυτοδιοίκησης 1ου και 2ου βαθμού».
«Είναι απαραίτητο -υπογραμμίζει η κα Τριανταφύλλου- να καταρτιστεί εθνικό Γαστρονομικό Χαρτοφυλάκιο, στο οποίο θα βασιστεί η διαμόρφωση του Γαστρονομικού Τουρισμού ως προϊόντος. Έχουν γίνει εξαιρετικές μελέτες από το ΥΠΠΑΤ για την γαστρονομία, από τον ΣΕΤΕ για τη σύνδεση της γαστρονομία με τον τουρισμό και από άλλους φορείς, τα αποτελέσματα των οποίων είναι εξαιρετικά εργαλεία για την αποτελεσματικότερη προσέγγιση των παραγόντων που θα μας οδηγήσουν στην τελική διαμόρφωση».
Η ομάδα εργασίας θα αποτυπώσει την υπάρχουσα κατάσταση, θα αξιοποιήσει την υπάρχουσα εμπειρία και τεχνογνωσία των υφισταμένων προτάσεων, θα προτείνει δράσεις για το συντονισμό φορέων που αφορούν στη γαστρονομία, τον τουρισμό και την οριζόντια σύνδεση διαφορετικών κλάδων, θα επεξεργαστεί όλα τα στοιχεία και θα υποβάλει τις προτάσεις της στο υπουργείο.
«Ο τουρισμός αποτελεί ένα σταθερό μοχλό ανάπτυξης για τη χώρα -τονίζει η κα Τριανταφυλλοπούλου- και μπορεί να στηρίξει άλλους τομείς παραγωγής με τις κατάλληλες δράσεις διασύνδεσης.
«Η γαστρονομία και μέσα από αυτήν ο πρωτογενής τομέας και τα τοπικά προϊόντα -είναι ανταγωνιστικά μας πλεονεκτήματα τα οποία μπορούν να συμβάλλουν στην ποιοτική αναβάθμισή του».
Ο ρόλος των Διεπαγγελματικών Οργανώσεων
Σε αυτό το σημείο, ο ρόλος των Διεπαγγελματικών Οργανώσεων, που εκπροσωπούν όλο το φάσμα των επαγγελματικών κλάδων του αγροδιατροφικού τομέα, είναι πολύ σημαντικός, λέει ο κ. Λευτέρης Γίτσας, πρόεδρος της Εθνικής Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Κρέατος, υπογραμμίζοντας ότι θα πρέπει να κινητοποιήσουμε όλες τις τοπικές δυνάμεις για μην μείνει το εγχείρημα αυτό στα χαρτιά. Να αποτυπωθούν οι παθογένειες και να βρεθούν οι λύσεις για να ξεπεραστούν όλα εκείνα τα εμπόδια που λειτουργούν ως τροχοπέδη όλα αυτά τα χρόνια στην ενίσχυση του γαστρονομικού τουρισμού στην Ελλάδα.
Διαθέτουμε προϊόντα πολύ υψηλής διατροφικής αξίας τα οποία μπορούν και πρέπει να αναδειχθούν και αναπτυχθούν. Μέχρι τώρα -υπογραμμίζει ο κ. Λευτέρης Γίτσας, στις προθέσεις μας ήταν να δώσουμε ταυτότητα στα ιδιαίτερα τοπικά προϊόντα, για να καταστούν αναγνωρίσιμα και ασφαλή, ώστε να μπορούν να αξιοποιηθούν για το εγχείρημα αυτό.
Μέχρι σήμερα έχουν γίνει πολλές προσπάθειες συνεχίζει ο πρόεδρος της ΕΔΟΚ, όπως π.χ. τα ΠΟΠ προϊόντα. Δημιουργήθηκε το απαιτούμενο πλαίσιο, αναδείχθηκαν διάφορα τοπικά προϊόντα, όπως για παράδειγμα το αρνάκι Ελασσόνας, αλλά στην πράξη αποδεικνύεται ότι απουσιάζει ο φορέας που θα συντονίσει και θα οργανώσει την παραγωγή, την εμπορία και την προβολή τους».
Πάγια θέση της ΕΔΟΚ είναι ότι τα ελληνικά προϊόντα μεταξύ των οποίων τα κρέατα και τα προϊόντα κρέατος, αποτελούν θαυμάσιους πρεσβευτές της παράδοσής μας, που αξίζει να γνωρίσουν οι ξένοι επισκέπτες. Πρέπει, όμως, να διασφαλίσουμε την ποιότητα και την απαιτούμενη ποσότητα σε όλη την αλυσίδα, από την παραγωγή, στην εστίαση και τα ξενοδοχεία.
Το κάθε τοπικό προϊόν -τονίζει ο κ. Λευτέρης Γιτσας- έχει το δικό του μύθο, τη δική του ιστορία διατροφικής αξίας. Ο κάθε τόπος χρειάζεται να αναδείξει τα δικά του επώνυμα ποιοτικά προϊόντα, η κάθε περιοχή να ταυτιστεί με τα ιδιαίτερα προϊόντα της, ώστε να δημιουργηθεί ο τουριστικός προσανατολισμός για κάθε τοπικό προϊόν.
Όπως αναφέρει και ο σχετικός νόμος 4582/2018, « Ο τουρισμός γαστρονομίας περιλαμβάνει δραστηριότητες όπως η μελέτη και η γευσιγνωσία των τοπικών προϊόντων, η εκμάθηση της τοπικής κουζίνας, η αγορά αγροτικών προϊόντων απευθείας από τον τόπο παραγωγής, η συμμετοχή σε εκδηλώσεις-φεστιβάλ και παρουσιάσεις γευσιγνωσίας ποιοτικών προϊόντων διατροφής, η ανάδειξη της ελληνικής και μεσογειακής κουζίνας καθώς και η διεθνοποίηση των τοπικών προϊόντων».
Στο πλαίσιο αυτό θα ενδυναμωθεί και το σήμα για την ποιότητα των ελληνικών προϊόντων, το «Ειδικό Σήμα Ποιότητας για την Ελληνική Κουζίνα», που ορίζεται στον νόμο 4582/2018 και θα θεσμοθετηθούν οι προϋποθέσεις για την ανάπτυξη του εν λόγω τουριστικού προϊόντος και την προώθηση πιστοποίησής του. Όπως αναφέρει ο νόμος, το Ε.Σ.Π.Ε.Κ. πιστοποιεί ότι η συγκεκριμένη επιχείρηση: α) προσφέρει ένα ικανοποιητικό επίπεδο εδεσμάτων που ακολουθούν ή βασίζονται στην ελληνική γαστρονομική παράδοση με έμφαση κατά περίπτωση σε τοπικές κουζίνες, β) χρησιμοποιεί σε σημαντικό βαθμό ελληνικά προϊόντα, με έμφαση σε τοπικά προϊόντα και προϊόντα Π.Ο.Π., γ) προωθεί συνολικά την ελληνική γαστρονομική και οινική παράδοση και παραγωγή και δ) προσφέρει ένα ικανοποιητικό επίπεδο συνολικής παροχής υπηρεσιών.
Τα υποχρεωτικά και βαθμολογούμενα κριτήρια που πρέπει να πληροί μια επιχείρηση για να λάβει το ειδικό σήμα, αναφέρονται αναλυτικά στον δημοσιευμένο νόμο. ΦΕΚ 1463 Β (1)(1)N. 4582 2018(1)